Μετά την έκδοση του Ν. 4336/2015, οι ασφαλισμένοι/-ες, με τη συμπλήρωση 7.500 ημερών πραγματικής ασφάλισης έως 18.8.2015, συνταξιοδοτούνται χωρίς όριο ηλικίας, ενώ από 19.8.2015 με τουλάχιστον συμπληρωμένα τα 55 έτη της ηλικίας τους, εφόσον είναι γονείς ατόμων άγαμων με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, τα οποία δεν εργάζονται και δεν νοσηλεύονται σε ιδρύματα με δαπάνη ασφαλιστικού ή άλλου δημόσιου φορέα.
Σε περίπτωση λύσης του γάμου μεταξύ των γονέων:
• Το δικαίωμα ασκείται από το γονέα που έχει την επιμέλεια του ανηλίκου, αναπήρου τέκνου με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Λόγω της κατ’ εξαίρεση παραχώρησης δικαιώματος συνταξιοδότησης με ευνοϊκότερες προϋποθέσεις από ότι στους λοιπούς ασφαλισμένους, η άσκηση της επιμέλειας κατόπιν συναινετικού διαζυγίου δεν αρκεί για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης. Αντιθέτως, απαιτείται η επιμέλεια του ανήλικου παιδιού να έχει δοθεί στο διαζευγμένο γονέα με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Αστικό Κώδικα.
• Αν το παιδί είναι ενήλικο, το δικαίωμα ασκείται από το γονέα που είχε την επιμέλεια όσο ήταν ανήλικο, αν η λύση του γάμου επήλθε πριν την ενηλικίωσή του. Εάν η ενηλικίωση επήλθε πριν τη λύση του γάμου, το δικαίωμα ασκείται από έναν από τους γονείς – κατόπιν μεταξύ τους συμφωνίας – με τις προϋποθέσεις που προαναφέρθηκαν.
• Σε περίπτωση που το ανάπηρο παιδί έχει τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας, το δικαίωμα ασκείται από το γονέα που έχει οριστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση.
Ιδιες είναι και οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης για τους συζύγους αναπήρων με ποσοστό 80% και άνω -εφόσον έχουν διανύσει τουλάχιστον δεκαετή έγγαμο βίο- που είναι ασφαλισμένοι σε φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Μάλιστα οι ευεργετικές αυτές προϋποθέσεις ισχύουν ανεξάρτητα από τον χρόνο που ο ασφαλισμένος υπήχθη στην κοινωνική ασφάλιση. Γι’ αυτήν την κατηγορία ασφαλισμένων ισχύουν επίσης πλασματικοί χρόνοι ασφάλισης, οι οποίοι είναι:
– Ο χρόνος στρατιωτικής θητείας, ο οποίος αναγνωρίζεται κατόπιν εξαγοράς.
– Ο χρόνος γονικής άδειας ανατροφής παιδιών, που επίσης αναγνωρίζεται κατόπιν εξαγοράς.
– Ο προβλεπόμενος από την εκάστοτε ισχύουσα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας λόγω κύησης και λοχείας.
Το δικαίωμα συνταξιοδότησης ασκείται διαζευκτικά από τον ένα γονέα ή, στην περίπτωση των αδελφών, από έναν αδελφό σε έναν φορέα κύριας και σε έναν φορέα επικουρικής ασφάλισης και δεν ισχύει για χορήγηση δεύτερης σύνταξης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ένας γονέας μπορεί να ευεργετηθεί από τους μειωμένους χρόνους.
Για την άσκηση του δικαιώματος από τον γονέα του ανάπηρου τέκνου πρέπει, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για συνταξιοδότηση, ο έτερος γονέας να μη λαμβάνει ή να μη δικαιούται σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο, να έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 2.400 ημέρες ή 8 έτη πραγματικής ασφάλισης, εκ των οποίων 600 ημέρες ή 2 έτη τα τελευταία 4 χρόνια, σε φορείς κύριας ασφάλισης ή και το Δημόσιο και να εργάζεται. Σε περίπτωση που το ανάπηρο παιδί έχει τεθεί σε δικαστική συμπαράσταση λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, το δικαίωμα ασκείται από τον γονέα που έχει οριστεί δικαστικός συμπαραστάτης.
Για την άσκηση του δικαιώματος από τον αδελφό πρέπει για τουλάχιστον μία πενταετία πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για συνταξιοδότηση να έχει οριστεί δικαστικός συμπαραστάτης του αδελφού με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής ή λόγω σωματικής αναπηρίας. Επίσης, ο αδελφός με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω θα πρέπει να συνοικεί αποδεδειγμένα μαζί του. Κατά την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης οι δύο αδελφοί απαιτείται να είναι ορφανοί και από τους δύο γονείς ή ο εν ζωή γονέας να είναι ανάπηρος με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω.
Σε περίπτωση παύσης της δικαστικής συμπαράστασης ή διακοπής της συνοίκησης, η σύνταξη διακόπτεται από την ημερομηνία της παύσης ή της διακοπής, αντίστοιχα, και επαναχορηγείται εφόσον συντρέξουν εκ νέου οι προϋποθέσεις του παρόντος. Πάντως, αν το ανάπηρο παιδί ή σύζυγος ή αδελφός ή αδελφή αναλάβει εργασία ή αυτοαπασχοληθεί, αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης για όσο χρόνο διαρκεί η εργασία ή η αυτοαπασχόληση.
Το καταβαλλόμενο ποσό σύνταξης δεν μπορεί να είναι κατώτερο από το πλήρες κατώτατο όριο σύνταξης λόγω γήρατος, που καταβάλλεται κάθε φορά από τον οικείο ασφαλιστικό φορέα.