το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανακοινώνει τις προδιαγραφές του νέου προγράμματος «Αντικατάστασης και Ανακύκλωσης Ενεργοβόρων Ηλεκτρικών Συσκευών» που θα να ξεκινήσει μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2022.
Ο συνολικός προϋπολογισμός του νέου προγράμματος ανέρχεται σε 100 εκατ. ευρώ. Βασική προϋπόθεση για την υπαγωγή στη δράση είναι η ανακύκλωση των παλιών συσκευών. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει την αντικατάσταση και ανακύκλωση κλιματιστικών, ψυγείων και καταψυκτών, καθώς οι συσκευές αυτές δημιουργούν τα μεγαλύτερα φορτία ηλεκτρικής ενέργειας.
Τα βασικά σημεία του προγράμματος συνοψίζονται ως εξής:
– Τα ωφελούμενα νοικοκυριά θα έχουν τη δυνατότητα να αντικαταστήσουν έως και τρεις (3) ηλεκτρικές συσκευές.
– Από το πρόγραμμα θα ωφεληθούν 200.000 νοικοκυριά.
– Τα ποσοστά επιδότησης θα κυμανθούν από 30% έως 50% ανά νοικοκυριό, ανάλογα με το ετήσιο εισόδημα. Για την αξιολόγηση των αιτήσεων θα ισχύσουν κοινωνικά και εισοδηματικά κριτήρια, με το ετήσιο εισόδημα να αποτελεί το σημαντικότερο από αυτά. Προτεραιότητα θα δοθεί σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως ΑμεΑ, μονογονεϊκές οικογένειες και σε πολύτεκνους.
– Εκτιμάται ότι θα αντικατασταθούν και θα ανακυκλωθούν περισσότερες από 380.000 ενεργοβόρες συσκευές.
– Η μέση εξοικονόμηση ενέργειας που θα έχει το κάθε νοικοκυριό εκτιμάται στις 1.000 KWh τον χρόνο. Αυτό σημαίνει πως ένα νοικοκυριό με μεσαία κατανάλωση, έως και 5.000 KWh τον χρόνο, αναμένεται να πετύχει έως και 25% εξοικονόμηση ενέργειας. Στις περιπτώσεις μεγαλύτερης χρήσης, το ποσοστό μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και το 40%.
– Από την εξοικονόμηση αυτή, εκτιμάται ότι οι πολίτες θα δουν μείωση στους λογαριασμούς ρεύματος των νοικοκυριών τους από 150 έως 300 ευρώ τον χρόνο.
– Η συνολική εξοικονόμηση ηλεκτροπαραγωγής που θα πετύχει η χώρα μας, με την εφαρμογή του προγράμματος, εκτιμάται ότι θα φτάσει τις 209.000 MWh τον χρόνο.
– Η Ελλάδα θα πετύχει σημαντική μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 126.000 τόνους ανά έτος.
– Το όφελος της ελληνικής οικονομίας από τη μείωση των εισαγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου, λόγω της εγκατάστασης νέων συσκευών, υπολογίζεται ότι θα ανέλθει στα 15 έως 27 εκατ. ευρώ το χρόνο.