Της Ισαβέλλας Μπερτράν
Φωτό: Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
Οι περισσότεροι δεν αγνοούν μονάχα την ύπαρξή της, αλλά δεν έχουν καν ακούσει το δυσπρόφερτο όνομά της. Άσε που δεν εμφανίζεται ποτέ και πουθενά σε κανέναν επίσημο χάρτη της Ευρώπης. Τι τρέχει τελικά με την Υπερδνειστερία; Υφίσταται πράγματι τέτοια χώρα, όπου μάλιστα συνεχίζουν, λέει, ν’ ανεμίζουν τα σφυροδρέπανα ή μήπως πρόκειται για κάποιον αστικό μύθο; Αντιμέτωποι μ’ ένα ερώτημα τόσο βαθιάς υπαρξιακής υφής, είπαμε να πεταχτούμε ως εκεί και να αναζητήσουμε επί τόπου τις απαντήσεις.
Ο Βλαντιμίρ οδηγεί το αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου και μας κάνει νόημα να αποβιβαστούμε.
– паспортный контроль
Αν και διατυπωμένο στα ρώσικα, το πιάσαμε όλοι με την πρώτη!
Οπότε κι από το όχημα κατεβαίνει σε πλήρη απαρτία η συμμορία των τεσσάρων, ήτοι:
η υποφαινόμενη, ο σύντροφος Ζυρ, ο πολλάκις συνταξιδιώτης μας φίλος Παναγιώτης κι ο πρωτοεμφανιζόμενος στην παρούσα σύνθεση φίλος Γιώργος (επονομαζόμενος και «Τσακ») και…
γραμμή όλοι για το γκισέ.
Η πλάνη των στερεοτύπων
Το γυάλινο βλέμμα του υπαλλήλου στην παραλαβή διαβατηρίων είναι τόσο αρχετυπικά κα-γκε-μπίτικο που λες και ο τύπος επιλέχτηκε επί τούτου για να μας εισάγει σε κλίμα εποχής πριν καν γίνουμε δεκτοί στη χώρα του.
Μας τείνει παγερά τις κάρτες εισόδου τις οποίες συμπληρώνουμε επιμελώς, του τις παραδίδουμε μαζί με τα διαβατήριά μας και τώρα περιμένουμε στωικά μέχρι να γίνει ο σχετικός έλεγχος. Τσεκάρισμα, ερωτήσεις, ξανατσεκάρισμα, διευκρινίσεις, ματαξανατσεκάρισμα, όλα ποοολύ σχολαστικά. Τι διάολο γίνεται; Καψόνι μας κάνει;
Ώσπου, μπαμ μπαμ μπαμ μπαμ, πέφτουν απανωτά οι τέσσερις σφραγίδες στις ισάριθμες κάρτες εισόδου, μας τις επιστρέφει μαζί με τα διαβατήρια και – ω του θαύματος! – η εικόνα του κα-γκε-μπίτη θρυμματίζεται μονομιάς μέσα σ’ένα ολόθερμο χαμόγελο κι ένα ενθουσιώδες welcome to Transnistria!
Μια χαρά ήταν τελικά ο άνθρωπος. Τραγικό λάθος η προβολή προκαταλήψεων και στερεοτύπων, το διαπιστώνω για πολλοστή φορά.
Φλας μπακ στην Ιστορία
Εισερχόμενοι στην Υπερδνειστερία από τον απώτατο βορρά της, είμαστε έτοιμοι να τη διασχίσουμε από άκρη σε άκρη μέχρι την πρωτεύουσά της, την Τιρασπόλ.
Πριν όμως προχωρήσουμε παραπέρα στο έδαφος αυτής της περίεργης κρατικής οντότητας, που δεν είναι ακριβώς χώρα με τη νομική έννοια του όρου (αφού καμιά χώρα-μέλος του ΟΗΕ δεν την αναγνωρίζει ως τέτοια), και που ωστόσο είναι χώρα από πρακτική άποψη (αφού διαθέτει σύνορα που μόλις διασχίσαμε, δική της διοίκηση, στρατό, σημαία, κλπ.), ας κάνουμε μερικά βήματα πίσω στον χρόνο για να δούμε από πού έλκει την καταγωγή της όλη αυτή η ανορθόδοξη κατάσταση.
Η ιστορία χοντρικά έχει ως εξής:
Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και στον απόηχο των εδαφικών ανακατατάξεων που αυτός επέφερε, οι Σοβιετικοί προχώρησαν στη δημιουργία της ΣΣΔ Μολδαβίας συνενώνοντας δύο ετερογενείς περιοχές:
Από τη μια τη λωρίδα που εκτείνεται κατά μήκος της ανατολικής όχθης του Δνείστερου – την επονομαζόμενη Υπερδνειστερία – ενταγμένη μέχρι τότε στη ΣΣΔ Ουκρανίας και κατοικημένη κυρίως από ρωσόφωνους πολίτες.
Κι από την άλλη τη νεοαποκτηθείσα από την ΕΣΣΔ επαρχία της Βεσσαραβίας, τμήμα του βασιλείου της «Μεγάλης Ρουμανίας» κατά την περίοδο 1918-40, όπου η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού μιλάει ρουμανικά.
Τέτοιου είδους διευθετήσεις, στα πλαίσια ενός ενιαίου ομοσπονδιακού κράτους όπως ήταν τότε η ΕΣΣΔ, προφανώς είχαν ελάχιστο πρακτικό αντίκτυπο στη ζωή των κατοίκων αφού ισοδυναμούσαν επί της ουσίας με αναδιοργάνωση εσωτερικών συνόρων, πράξη με διοικητική κυρίως αξία.
Έλα όμως που έχει η ιστορία γυρίσματα…
Τι γίνεται ας πούμε όταν μια ένωση κλονίζεται και στην πορεία τινάζεται στον αέρα εις τα εξ ων συνετέθη;
Όταν διαλύεται η οικογένεια
Το ξήλωμα του σοβιετικού πουλόβερ στα χρόνια του Γκορμπατσόφ δεν επιτάχυνε μονάχα την κατάρρευση της έτσι κι αλλιώς κλυδωνιζόμενης οικονομίας, μα δημιούργησε και το έδαφος για το φούντωμα κάθε λογής εθνικισμού.
Στις 31 Αυγούστου του 1989, το Ανώτατο Σοβιέτ της ΣΣΔ Μολδαβίας παίρνει μια μοιραία, όπως θ’ αποδειχτεί από τη συνέχεια, απόφαση:
Ψηφίζει την καθιέρωση της μολδαβικής γλώσσας (δηλαδή τα ρουμανικά) ως μοναδική επίσημη γλώσσα της ΣΣΔ Μολδαβίας, καθώς και την επιστροφή από το κυριλλικό στο λατινικό αλφάβητο.
Δεν χρειάζεται παραπάνω για να πυροδοτηθεί η ένταση με τους πολίτες διαφορετικής εθνοτικής καταγωγής, και ειδικότερα με την περιοχή της Υπερδνειστερίας όπου πλειοψηφούν οι ρωσόφωνοι.
Όταν δε το εθνικιστικό Λαϊκό Μέτωπο Μολδαβίας κερδίζει τις πρώτες ελεύθερες βουλευτικές εκλογές την άνοιξη του 1990, και οι φωνές υπέρ της ανεξαρτητοποίησης της ΣΣΔ Μολδαβίας από την ΕΣΣΔ ακούγονται όλο και πιο ηχηρά, τότε το Συνέδριο Λαϊκών Αντιπροσώπων της Υπερδνειστερίας, σε μία ad hoc συνεδρίαση στις 2 Σεπτέμβρη του 1990, αποφασίζει την ανακήρυξη της ΣΣΔ Υπερδνειστερίας. Η ντε φάκτο απόσχιση έχει μόλις συντελεστεί.
Στη συνέχεια, μετά την επίσημη διάλυση της ΕΣΣΔ στις 26/12/1991, κι ενώ η Μολδαβία έχει ήδη ανακηρύξει την πλήρη ανεξαρτησία της έξι μήνες νωρίτερα, η κόντρα με την Υπερδνειστερία κλιμακώνεται σε κανονικό πόλεμο.
Η Μολδαβία αξιώνει από την άσωτη κόρη να επιστρέψει στην οικογενειακή εστία, η Υπερδνειστερία απαντάει «νιετ», κaι εφτακόσιοι άνθρωποι σκοτώνονται κι από τις δυο πλευρές μέχρι να υπογραφεί εκεχειρία τον Ιούνη του 1992.
Από τότε η κατάσταση έχει παγιωθεί ως εξής: τυπικά η Υπερδνειστερία θεωρείται de jure ως περιοχή ανήκουσα στη Μολδαβία, πρακτικά η Μολδαβία δεν μπορεί να ασκήσει πάνω της κανέναν απολύτως έλεγχο, και άρα de facto η Υπερδνειστερία αποτελεί ανεξάρτητο μη αναγνωρισμένο κράτος.
Με μια λέξη: Μύλος…
Το Σανατόριο του Δνείστερου
H Κάμενκα είναι ο πρώτος αξιοσημείωτος οικισμός που συναντάμε μετά το πέρασμα των συνόρων. Εδώ θα κάνουμε την πρώτη μας στάση.
Η μικρή πόλη των δέκα χιλιάδων κατοίκων χαίρει μιας σχετικής φήμης καθώς, μεταξύ άλλων, φιλοξενεί το Σανατόριο του Δνείστερου που γνώρισε λαμπρές ημέρες δόξας κατά τη σοβιετική εποχή.
Χτισμένο κοντά στο ποτάμι, σε μια περιοχή που συγκεντρώνει πολλά ευνοϊκά κλιματολογικά στοιχεία, το σανατόριο συνεχίζει και σήμερα τη λειτουργία του, κυρίως ως κέντρο ιαματικών λουτρών για τη θεραπεία μυοσκελετικών, νευρολογικών και γυναικολογικών παθήσεων, καθώς και ασθενειών του πεπτικού συστήματος.
Δεν είμαι σε θέση να εκτιμήσω την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, το πάρκο πάντως που το περιβάλλει είναι εξόχως ευχάριστο, φροντισμένο και πρόσφορο για χαλαρωτικές βόλτες.
Σαν φωτογραφία εποχής
Τους συνάντησα τυχαία βγαίνοντας από το σανατόριο και ήταν σαν να αναβίωνε μπροστά μου μια εικόνα του μεσοπολέμου έτσι όπως τους αντίκρισα κομψά ντυμένους με τα παλαιομοδίτικα “καλά” τους, τρυφερά πιασμένους αγκαζέ για την πρωινή τους βόλτα.
– можно я фотографирую? (Μπορώ να σας φωτογραφήσω;)
Η φράση βγήκε από μέσα μου πηγαία στα τσάτρα πάτρα ρωσικά μου κι εκείνοι πρόθυμα ανταποκρίθηκαν για να μου χαρίσουν μία από τις ελάχιστες στημένες πόζες που έχω αγαπήσει στη ζωή μου. Σαν μια παλιά προγονική φωτογραφία, μαζί με το άρωμα νοσταλγίας και την ξεχασμένη ευγένεια που συνοδεύει την εποχή.
Τα “σπασίμπα” μου ανταμείφτηκαν με μια ανεπαίσθητη κίνηση του κεφαλιού κι ένα διπλό “παζάλστα” που χάιδεψε τ’ αυτιά μου με το ωραιότερο παχύ “ζ” που έχουν ακούσει ποτέ. Δεν νομίζω να έχω χωρέσει άλλη φορά τόση ρετρό φινέτσα σ’ ένα ταπεινό καρέ.
Η χρονοκάψουλα
Δυσκολεύομαι να πιστέψω αυτά που βλέπουν τα μάτια μου.
Το κεντρικό διοικητικό κτίριο της Κάμενκα με το σφυροδρέπανο στην πρόσοψη και την προτομή του Βλαδίμηρου Ίλιτς Ουλιάνοβ στο προαύλιο.
Η “Ντομ Κουλτούρι” ή αλλιώς το “Σπίτι του Πολιτισμού”, από τους πλέον απαραίτητους θεσμούς κάθε σοβιετικής πόλης που σέβεται τον εαυτό της ως τέτοια.
Νιώθω σαν να έχω ταξιδέψει με χρονοκάψουλα και επιστρέψει κάπου μισό αιώνα πίσω στο χρόνο.
Η μεγαλύτερη όμως έκπληξη μας περιμένει στο μνημείο πεσόντων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου όπου συνωστίζεται ένα πλήθος από …ποδηλάτες. Ξεκινάει, λέει, σε λίγο ποδηλατικός γύρος της “μητέρας πατρίδας” και η τελετή έναρξης προβλέπει κατάθεση στεφάνου στο μνημείο. Δεν το λες και σύνηθες…
Μα εκείνο που απογειώνει το τελετουργικό και το κάνει να μοιάζει περίπου εξωπραγματικό είναι η παρουσία τιμητικού τάγματος από Υπερδνείστριους νεολαίους, ενδεδυμένοι άπαντες με στολή βγαλμένη λες από σελίδες της Κομσομόλ, ενώ ψέλνουν εν χορώ τον εθνικό ύμνο της χώρας, έναν ρώσικο πατριωτικό θούριο του 1943, με απλωμένη φαρδιά πλατιά μπροστά τους την κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο.
https://www.youtube.com/watch?v=8bNw5OUDr_M
Εντάξει, δεν μπορεί, μάλλον κάτι περίεργο θα μας πότισαν μέσα στον πρωινό καφέ και έχω παραισθήσεις! Είναι δυνατόν κάποιοι να ζουν ακόμα το σοσιαλιστικό τους όνειρο στην Ευρώπη του εικοστού πρώτου αιώνα κι εμάς να μας το κρύβουν;
Από Λένιν σε Λένιν
Ο Τσακ έχει ορκιστεί να μη μας αφήνει σε χλωρό κλαρί. Μετά από επισταμένη έρευνα πριν ξεκινήσουμε από την Αθήνα, έχει εντοπίσει και σημειώσει και το τελευταίο ανθυπομνημείο της σοβιετικής περιόδου μην και μας ξεφύγει κανένα αφωτογράφητο.
Από δίπλα, ίδιος και χειρότερος ο Παναγιώτης, έχει αναλάβει τη χάραξη της οδικής διαδρομής ώστε να συμπεριλάβει τα πάντα.
Όσο για τον Ζυρ και την υποφαινόμενη είναι η ευκαιρία της ζωής μας να το παίξουμε «τραβάτε με κι ας κλαίω», ευγνωμονώντας την τύχη μας που για μια φορά έχουμε δυο φίλους συνταξιδιώτες ακόμα πιο στοχοπροσηλωμένους κι από μας και μπορούμε να επαναπαυτούμε πάνω τους.
Στάση στο Ρασκόβ για το μνημείο του τρακτέρ και το άγαλμα του Λένιν.
Στάση στην Κατερίνοβκα για ένα ακόμη γλυπτό του ηγέτη της οκτωβριανής επανάστασης, χρυσόχρωμο αυτή τη φορά, με την ονομασία «ο Λένιν με τα παιδιά», μάλλον το ασχημότερο του είδους που έχει ποτέ απαθανατίσει η φωτογραφική μου (και έχει κλικάρει κάμποσα!)
Στάση και στο Στροϊέστι για τον «Λένιν με τους στρατιώτες».
– Τι θα γίνει ρε Τσακ, θα πάει ακόμα μακριά η βαλίτσα με τους Λένιν;
Ριμπνίτσα
Το μνημείο των πεσόντων του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου στη Ριμπνίτσα γειτνιάζει με δυο από τις πιο αξιοσημείωτες εκκλησίες της πόλης.
Μια καθολική και μια ορθόδοξη.
Δεν είναι ότι η θέα τους ξύπνησε μέσα μου το έτσι κι αλλιώς ανύπαρκτο θρησκευτικό μου συναίσθημα, μα μετά από τόση σοβιετική μονοκαλλιέργεια ομολογουμένως μου μοιάζει ευπρόσδεκτη λίγη φωτογραφική ποικιλία.
Εξ’ ου και τα παραπανίσια κλικ.
Η Ριμπνίτσα είναι μια πόλη πενήντα πέντε χιλιάδων κατοίκων όπου έχει την έδρα της η μεγαλύτερη βιομηχανία της Υπερδνειστερίας, μια χαλυβουργία που αποφέρει περισσότερο από μισό δισεκατομμύριο δολάρια σε εξαγωγές και στην οποία η χώρα χρωστάει σχεδόν το μισό της ΑΕΠ.
Στις παραγωγικές μονάδες συγκαταλέγονται επίσης το αρχαιότερο εργοστάσιο επεξεργασίας ζάχαρης (με έτος ίδρυσης το 1893) καθώς και ένα οινοπνευματοποιείο και μια τσιμεντοποιία.
Ο βιομηχανικός χαρακτήρας της πόλης αντανακλάται εξάλλου στις πολυώροφες εργατικές πολυκατοικίες που πρώτη φορά συναντάμε στο διάβα μας από τότε που μπήκαμε στη χώρα.
Εννοείται ότι δεν θα μπορούσαν να διαφύγουν της προσοχής των φωτογραφικών μας φακών.
Ντουμπασάρι
Το Ντουμπασάρι με τους είκοσι τρεις χιλιάδες κατοίκους βρίσκεται στη μέση περίπου της διαδρομής βορράς-νότος της παράξενης αυτής χώρας.
Καλά, όταν λέμε στη μέση, θα πρέπει να έχουμε κατά νου και για τι μεγέθη συζητάμε.
Λιγότερο από διακόσια πενήντα χιλιόμετρα σε μήκος καλύπτει η Υπερδνειστερία, με περί τα δεκαπέντε-είκοσι χιλιόμετρα πλάτος, και μια συνολική επιφάνεια λίγο μεγαλύτερη απ’ αυτήν της Αττικής.
Η πόλη βρέθηκε στο επίκεντρο του πολέμου του 1992 ανάμεσα στη Μολδαβία και την ατίθαση πρώην επαρχία της με αποτέλεσμα να υποστεί εκτεταμένες ζημιές.
Εδώ ωστόσο επιστρέφουμε σε γνώριμο «έδαφος». Χαμηλή δόμηση, εκτεταμένο πράσινο, παροπλισμένος σοβιετικός κινηματογράφος, ινστιτούτο τεχνών. Και μέσα σ’ όλα, η απαραίτητη προτομή του σύντροφου Λένιν για να μην ξεχνιόμαστε.
Γκριγκοριοπόλ
Στο Γκριγκοριοπόλ θα κάνουμε την τελευταία μας στάση για σήμερα πριν καταλήξουμε στην πρωτεύουσα Τιρασπόλ καμιά σαρανταπενταριά χιλιόμετρα νοτιότερα.
Κι εδώ, όπως και στην Κάμενκα στην αφετηρία της διαδρομής μας, δεσπόζουν τα διοικητικά κτίρια με το εθνόσημο και τα σφυροδρέπανα σε περίοπτη θέση, συνοδεία πολύχρωμου σημαιοστολισμού του περιβάλλοντος χώρου.
Δίπλα στο αναμενόμενο άγαλμα του Λένιν και το μνημείο για τον Β’ Παγκόσμιο, έρχονται να προστεθούν οι επιτύμβιες πλάκες στρατιωτών που σκοτώθηκαν στον πόλεμο του 1992 με τη Μολδαβία.
Καθισμένη σ’ ένα πεζούλι στην κεντρική πλατεία, κοιτάζω γύρω μου προσπαθώντας για πολλοστή φορά σήμερα να χωνέψω ότι όσα βλέπω δεν είναι πλασματικά αλλά υπάρχουν πραγματικά.
Ότι δεν συμμετέχω ως κομπάρσος στα γυρίσματα κάποιας ταινίας με στημένο ντεκόρ αλλοτινών εποχών.
Ότι αυτή τη στιγμή ζω στ’ αλήθεια στο παρόν, σ’ έναν υπαρκτό γεωγραφικό χώρο, και δεν έχω μεταφερθεί κατά λάθος σε κάποια παρελθούσα χρονοδιάσταση.
Τι διάολο συμβαίνει εδώ; Κοντά τριάντα χρόνια μετά τη διάλυση της Σοβιετίας συνεχίζει να υφίσταται μια, έστω μη αναγνωρισμένη, μικροσκοπικών διαστάσεων ΣΣΔ στην Ευρώπη;
Απάντηση στο ερώτημα θα δοθεί στη δεύτερη και τελευταία ανταπόκριση από την Τιρασπόλ.
Το ταξίδι στην Υπεδνειστερία πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο Απρίλη-Μάη 2018.
ΠΗΓΗ: zyrinis.gr