Ο Διαφωτισμός, επώασε, κυοφόρησε και εν τέλει συγκρότησε, μέσα από μια συγκρουσιακή κοινωνική, πολιτική και οικονομική διαδικασία τα προοδευτικά για την εποχή αιτήματα που έθεσε στον εαυτό της η βιομηχανική επανάσταση. Βέβαια, στο βωμό της βιομηχανικής επανάστασης θυσιάστηκαν εκατομμύρια άνθρωποι που κλήθηκαν να αποτελέσουν την καύσιμη ύλη “στα καζάνια” της νεωτερικότητας, καταδεικνύοντας με τα σώματά τους, πως κάθε μνημείο πολιτισμού και προόδου είναι ταυτόχρονα και μνημείο δυστυχίας και απώλειας. Έτσι βηματίζει η ιστορία, οικοδομώντας, (και) ερείπια.
Από τότε μέχρι τις μέρες μας, ο καπιταλισμός αργά και με πλείστες αντιφάσεις και παλινδρομήσεις αποπειράται να απαλλαγεί από εκείνα τα στοιχεία του Διαφωτισμού, που αποτέλεσαν και αποτελούν τροχοπέδη για την διαιώνισή του, γεγονός που οδηγεί στην επιστροφή του στις απαρχές της νεωτερικότητας, σε αρχές και μεθόδους βίαιης επιβολής και επικράτησης σε σχέση με τον εσωτερικό εχθρό, που δεν είναι πια η εργατική τάξη γενικά, καθώς ένα σημαντικό κομμάτι αυτής έχει αλωθεί ιδεολογικά και κοινωνικά από τον κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο, αλλά και και από τον αντιδραστικό ακροδεξιό λόγο, αλλά εκείνο το κομμάτι της εργατικής τάξης που αντιστέκεται πολιτικά και ιδεολογικά στην βάση μιας δυνητικής ταξικής αναμέτρησης όπως αυτή απορρέει, από την αντίθεση κεφάλαιο-εργασία.
Πρόκειται για την επέλαση ενός ολοκληρωτικού καπιταλισμού όπου το κράτος αποκτά χαρακτηριστικά ενός επαχθούς αντιδραστικού μηχανισμού, στα πλαίσια του οποίου, αναβαθμίζεται ο ρόλος στρατού και αστυνομίας, ενώ την ίδια στιγμή τα νεοφιλελεύθερα χαρακτηριστικά του συστήματος αποκτούν ακραίες μορφές εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης τόσο στο επίπεδο απόσπασης της απόλυτης, όσο και της σχετικής υπεραξίας, οδηγώντας την εργατική τάξη όχι μόνο στην αποξένωση από το προϊόν της εργασίας της, αλλά και στην αποξένωση από τα οντολογικά χαρακτηριστικά της ύπαρξής της, ως ιστορικής συνθήκης.
Σε αυτή την πορεία, ο ακροδεξιός, θρησκευτικός, αντιεπιστημονικός και φασιστικός λόγος εξελίσσεται σε πυλώνα στήριξης του ολοκληρωτικού κρατικού μηχανισμού, αποκτά κοινωνικά υποστυλώματα, και αναδύεται σε θεσμικού τύπου παρακρατική λειτουργία, η οποία αξιοποιείται για την αντιμετώπιση σε επίπεδο “οδοφράγματος” των κοινωνικών κινημάτων που αναπτύσσονται, ως αντίδραση στην προαναφερθείσα εξέλιξη.
Το συμβάν στις ΗΠΑ αλλά και η συνολική κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί υπό την θέαση της πανδημίας, επιταχύνει τις εξελίξεις για την περαιτέρω διαστολή του βίαιου χαρακτήρα του αστικού κράτους, γεγονός που οδηγεί στην συστολή των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων με παράλληλη ενίσχυση των μηχανισμών οικονομικής ασυδοσίας των πολυεθνικών-πολυκλαδικών μονοπωλίων. Πρόκειται για μια κατάσταση η οποία συνοδεύεται από την ψηφιοποίηση και των πλήρη έλεγχο των συναλλαγών της εργατικής τάξης, προκειμένου αυτή να βιώσει μια ολιστικού τύπου κοινωνική, οικονομική και πολιτική αστική ηγεμονία, η οποία επεκτείνει τον ζωτικό της χώρο σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής, εγκλωβίζοντας την εργατική τάξη σε ένα ασφυκτικό πεδίο, πλήρως ελεγχόμενης πρωτογενούς εμπορικής συναλλαγής, υπεξαιρώντας τα δυνάμει επαναστατικά χαρακτηριστικά της, κατακερματίζοντας την πολιτική της φυσιογνωμία.
Το κοινωνικό συμβόλαιο έχει εδώ και καιρό διαρραγεί. Ο Λεβιάθαν δεν ζητά αλλά επιβάλλει την νομιμοποίηση του, οι πολίτες ,μετουσιώνονται σε υπηκόους-καταναλωτές και η μαρξική ιαχή από τους ψιθύρους των απελευθερωμένων εγγονών μας, γίνονται όλο και πιο ενοχλητική, για τους ανιαρούς εραστές της ατέρμονης αναμονής.
ΠΗΓΗ: FB κ. Χρήστος Μιάμης, Υπ. Διδάκτορας Πολιτικής Φιλοσοφίας